- Φυλέα
- Φυλέᾱ , Φυλεύςmasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Μέγης — Μυθολογικό πρόσωπο που αναφέρεται από τον Όμηρο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν γιος της Κτιμένης (κόρη του Λαέρτη) ή της Τιμάνδρας (αδελφή της Ελένης από τον Φυλέα). Συμμετείχε στον Τρωικό πόλεμο ως επικεφαλής σαράντα πλοίων και πολυάριθμου… … Dictionary of Greek
Πρέβεζας, νομός — Διοικητική διαίρεση της Ηπείρου στο νοτιοδυτικό άκρο της. Έχει σχήμα ισοσκελούς τριγώνου και συνορεύει στα Β με τους νομούς Θεσπρωτίας και Ιωαννίνων, στα Α με τον νομό Άρτας, ενώ στα Ν και στα Δ βρέχεται, αντίστοιχα, από τον Αμβρακικό και από το… … Dictionary of Greek